Ο Γιώργος Ιατρίδης γράφει για μια άγνωστη κοπέλα

Αυτό ίσως είναι το πιο περίεργο πράγμα που μου έχει ζητήσει κάποιος να γράψω! Να γράψω ειδικά για μία γυναίκα, ή για τις γυναίκες γενικώς… Ασυνείδητα ή συνειδητά, στα περισσότερα κείμενά μου, αναφέρομαι σε κάποια γυναίκα – έτσι κι αλλιώς, εσείς είστε η πηγή έμπνευσης των πάντων. Το ωραίο –για εμένα– είναι πως αυτή η γυναίκα, κείμενο το κείμενο, διήγημα το διήγημα, αλλάζει.

Η έμπνευσή μου μπορεί να είναι από μία φωτογραφία που είδα στο Instagram, μέχρι τον τελευταίο χωρισμό, ή κάποια κοπέλα που γνώρισα για μία νύχτα. Σήμερα θα πω για τη μεγαλύτερη έμπνευση που είχα μέχρι στιγμής.

Έγραψα 26.000 λέξεις –το πρώτο μου βιβλίο δηλαδή– για ένα κορίτσι, που ήξερα για αυτή μονάχα δύο συλλαβές! Πρώτη φορά την είδα το 2008, αυτό ήταν, ερωτεύτηκα κάθε κίνησή της. Κάθε μικρή στιγμή της. Τότε δούλευε σε ένα παγωτατζίδικο στο Π. Φάληρο, κι ας έχουν περάσει χρόνια, θυμάμαι τα πάντα πάνω της. Ήταν το πιο όμορφο πλάσμα που είχα αντικρίσει!

Φυσικά και της μίλησα, πέρασαν λίγες μέρες, αλλά της μίλησα. Βέβαια, όλο αυτόν τον καιρό, γέμιζα με σελίδες το μυαλό μου, έχοντας μόνο στη σκέψη μου την όψη της, τίποτα παραπάνω. Αυτή η εικόνα με έκανε να γράφω ασταμάτητα και να δημιουργώ μικρούς κόσμους μαζί της. Όταν λοιπόν βρήκα την απαραίτητη δύναμη και αποφάσισα να της μιλήσω, πήγα στο μαγαζί που δούλευε.

Την ρώτησα αρχικά πώς τη λένε, μου απάντησε. Μετά χρειαζόταν να παραγγείλω, της είπα να διαλέξει εκείνη τις γεύσεις – αλήθεια το λέω, ήταν το πιο ωραίο παγωτό που είχα γευτεί ποτέ! Λίγο πριν πληρώσω, την ρώτησα αν θα ήθελε να μου κάνει παρέα μέχρι να φάω το παγωτό. Τότε ήμουν 20, και παραπάνω ρομαντικός από ότι είμαι τώρα…

Εκείνη δυστυχώς αρνήθηκε. Παρ΄ όλα αυτά, έκατσα σε ένα τραπέζι να την παρατηρώ· και να γεμίζω τη ψυχή μου με εικόνες. Αφού έφαγα το παγωτό, πήγα και της μίλησα ξανά… Καταλάβαινα πως εκείνη την ώρα την απασχολώ από τη δουλειά της και για αυτό –στη σκέψη τη δικιά μου– δεν δέχτηκε, οπότε της πρότεινα κάτι άλλο. Να την περιμένω να τελειώσει τη βάρδιά της και να πάμε μαζί ως το σπίτι της, ή κάποια βόλτα – το ξανά λέω, ήμουν ρομαντικός αρκετά τότε. Εκείνη αρνήθηκε και πάλι.

Πήγαινα αρκετές φορές στο μαγαζί στο οποίο δούλευε, αλλά αυτή τη φορά με φίλους, έτσι για να βλέπω τι κάνει· και να μου δίνει φυσικά έμπνευση. Έμπνευση μου έδωσε αρκετή, αλλά τελικά δεν έμαθα κάτι παραπάνω για εκείνη. Έγραψα 26.000 λέξεις για δύο συλλαβές – σκεφτείτε να είχε και μεγαλύτερο όνομα…

Βγήκα στο δρόμο, περπάτησα όλη την Αθήνα, τα έβαλα με Θεούς και δαίμονες δικούς μου· μόνο και μόνο, για να διαβάσει το βιβλίο εκείνη. Μόνο και μόνο, για να της κινήσω λίγο το ενδιαφέρον. Μόνο και μόνο, για να την κάνω να μου χαμογελάσει.

Τα χρόνια πέρασαν και το βιβλίο πια εκδόθηκε. Εκείνη όμως έφυγε από το παγωτατζίδικο. Καθ’ όλη τη διάρκεια της γραφής του βιβλίου, στις πρώτες σελίδες, είχα γράψει «Στην _ _», λίγο πριν την έκδοση όμως· έσβησα το όνομά της… Εκείνη –λογικά– δεν διάβασε ποτέ το βιβλίο, αλλά το διάβασαν εκατοντάδες άνθρωποι. Κι εγώ –μάλλον– παρέμεινα ρομαντικός.

_

Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο Woman TOC, 22.2.2016
Φωτογραφία: Χάρης Κανελλόπουλος