Χαρά, συγκίνηση, δέος, ικανοποίηση όλα αυτά κι άλλα πολλά συναισθήματα μου γεννήθηκαν όταν άκουσα πρώτη φορά το τραγούδι από το συγκρότημα Πλέγμα – για σένα άλλαξα Θεό. Όμως, η μεγαλύτερη μου χαρά είναι που βλέπω νέα παιδιά να βγαίνουν προς τα έξω και να τα “λένε”. Με όποιο τρόπο κι αν διαθέτουν. Είτε με το τραγούδι, είτε με τη συγγραφή, είτε με τη ζωγραφική, είτε με την υποκριτική, είτε με το οτιδήποτε! Και το συγκεκριμένο τραγούδι, τα συνδυάζει όλα αυτά! 235 δευτερόλεπτα απόλυτης Τέχνης, συνεργασίας, ομαδικότητας και ελπίδας για το αύριο.
Πίσω όμως από τις σκηνές, τα φώτα, τα βιβλία και τις λέξεις κρύβονται άνθρωποι. Το Πλέγμα αποτελούν οι: Κώστας Γάκης, Παντελής Κυραμαργιό, Έυα Λαύκα, Σαβίνα Λίτση, Αθηνά Μουστάκα, Κωνσταντίνος Μπιμπής. Με αφορμή λοιπόν τη γέννηση του γκρουπ, μου γεννήθηκαν κι εμένα μερικές ερωτήσεις. Όλα τα παιδιά προθυμοποιήθηκαν αμέσως να απαντήσουν, και έτσι βγήκε αυτό το αποτέλεσμα.
Πες μου λίγο Παντελή το χρονικό της μπάντας.
Π.Κ: Την άνοιξη που μας πέρασε βρεθήκαμε με την Εύα, με την οποία μας δένουν αρκετά χρόνια φιλίας, και φτιάξαμε μερικά τραγούδια. Την ίδια περίοδο έγραφα και κάποια διηγήματα με απώτερο σκοπό να εκδωθεί μια συλλογή με αυτά όταν θα έχουν συγκεντρωθεί αρκετά. Ένα από αυτά τα διηγήματα ταίριαζε κάπως με τους στίχους κάποιων τραγουδιών που είχε ερμηνεύσει η Εύα και σκέφτηκα να κάνουμε έναν δίσκο ολοκληρωμένο με concept αυτή την ιστορία. Έτσι γράφτηκαν περισσότερα τραγούδια και η ιστορία με τίτλο “ως την άκρη της κλωστής” άνοιξε ώστε να τα αγκαλιάσει. Στη συνέχεια πρότεινα στον Κώστα Γάκη, τον οποίο εκτιμώ και θαυμάζω ιδιαίτερα, να σκηνοθετήσει το πρώτο βίντεο κλιπ. Πάνω στην κουβέντα φτάσαμε να οραματιζόμαστε δέκα βίντεο, ένα για κάθε κομμάτι. Ο Γάκης τα τελευταία χρόνια δουλεύει μαζί με τους εξίσου ταλαντούχους Αθηνά Μουστάκα και Κωνσταντίνο Μπιμπή και αποτελούν μαζί τη θεατρική ομάδα “Ιδέα”. Έτσι η τιμή για την Εύα κι εμένα ήταν τριπλή. Μέσα στο καλοκαίρι που ακολούθησε κι ενώ τα τραγούδια και το διήγημα είχαν ολοκληρωθεί ήρθαμε σε επαφή με τη νεαρή ζωγράφο Σαβίνα Λίτση. Με τη Σαβίνα είχαμε συνεργαστεί λίγο καιρό πριν όταν έκανε την εικονογράφηση στο “παραμύθι της λήθης”, το πρώτο μου βιβλίο. Ήταν θετική στο να φιλοτεχνήσει δέκα πίνακες ζωγραφικής που σε κατάλληλη διάταξη να σχηματίζουν το πορτραίτο του κεντρικού ήρωα της ιστορίας. Έτσι συμπληρώθηκε η καλλιτεχνική μας κολεκτίβα και ξεκίνησε το ταξίδι της.
Συναντήσατε εμπόδια στην δημιουργία της κολεκτίβα σας; Κι αν ναι ποια;
Π.Κ: Προς το παρόν δεν έχουμε συναντήσει εμπόδια. Φαντάζομαι ότι όταν χρειαστεί να βρούμε κοινές ώρες για να δουλέψουμε μαζί, ίσως να αντιμετωπίσουμε δυσκολίες μια και όλοι έχουμε πολύ φορτωμένο πρόγραμμα. Μέχρι τώρα όμως ανταλλάσσουμε ιδέες και ο καθένας δουλεύει ορίζοντας μόνος του τα πλαίσιά του.
Τι πραγματεύει το “ως την άκρη της κλωστής”;
Π.Κ: Στο διήγημα “ως την άκρη της κλωστής” κεντρικός ήρωας είναι ένας νεαρός, χαρισματικός και ανερχόμενος ζωγράφος ο οποίος ζει μόνος του στο κέντρο της Αθήνας και παλεύει διαρκώς με τους δαίμονες του παρελθόντος. Αρνείται να δεχτεί την πραγματικότητα ως πραγματική και ψάχνει την αλήθεια μέσα σε ένα δικό του κόσμο που οριοθετείται από τα όνειρά του. Όταν γνωρίζει για πρώτη φορά τον έρωτα συγκρούεται εσωτερικά αφού πρέπει να διαλέξει σε ποιον κόσμο θα ζήσει. Όμως δεν μπορεί να έχει τον απόλυτο έλεγχο των επιλογών του και μόλις η κλωστή που τον ενώνει με τον δικό του ονειρικό κόσμο κόβεται, εκείνος καταρρέει.
Άρα λοιπόν αν κοπεί αυτός ο “ομφάλιος λώρος” με τα όνειρα, από πού πρέπει να πιαστούμε;
Π.Κ: Όταν ένα μωρό γεννιέται ο ομφάλιος λώρος κόβεται, όμως η μητέρα αποτελεί πάντα στήριγμα για το παιδί. Το όνειρο μας δίνει ζωή. Μας γεμίζει με επιθυμία, πείσμα και ελπίδα. Δε χρειάζεται όμως να κρεμόμαστε από αυτό. Δε χρειάζεται να νιώθουμε ότι πέφτουμε στο κενό όταν τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα θέλουμε. Μπορούμε, ό,τι κι αν πάει στραβά, να πιαστούμε και πάλι από τα όνειρα μας τα οποία συνεχώς εξελίσσονται, όπως και εμείς οι ίδιοι. Τα όνειρα είναι η λυδία λίθος του χαρακτήρα μας και δε μας εγκαταλείπουν ποτέ. Γιατί να το κάνουμε εμείς;
Πόσο όμορφο Κωνσταντίνε είναι να βλέπεις τη δουλειά σου να αλλάζει μορφή, να πλάθεται και να συγγενεύει με διαφορετικά είδη Τέχνης και τελικά να καταλήγει να γίνεται πάλι ένα.
K.M: Η δική μας τέχνη, η τέχνη του θεάτρου, είναι μια τέχνη που οφείλει να επικοινωνεί με όλα τα υπόλοιπα είδη τέχνης και να διαλέγεται συνεχώς μαζί τους. Ειδικότερα η τέχνη της μουσικής είναι αναπόσπαστο μέρος των δικών θεατρικών παραστάσεων όπως και όλων μας των θεατρικών πειραματισμών. Δίνει τον παλμό, τον ρυθμό, ορίζει τις ανάσες, τις εναλλαγές και ντύνει άλλοτε με γλυκιά αρμονία και άλλοτε με βίαιη ορμή τις συναισθηματικές εκφάνσεις που προκύπτουν. Παράλληλα οι εικαστικές τέχνες ορίζουν το πλαίσιο της ιστορίας που αφηγούμαστε κάθε φορά καθώς και τους αισθητικούς άξονες που διαπερνούν το θέαμα.
Αλήθεια, βλέπετε ο ένας από τα μάτια του άλλου;
K.M: Σίγουρα όταν επικοινωνούν οι τέχνες μεταξύ τους σημαίνει ότι και οι άνθρωποι επικοινωνούν μεταξύ τους και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι όμορφο. Ειδικά σ’αυτές τις αγχωμένα μοναχικές εποχές που ζούμε.
Τι σε φοβίζει από αυτή τη ζωή Εύα;
Ε.Λ: Αυτό που φοβάμαι περισσότερο νομίζω είναι μήπως δεν τη ζω αρκετά… Για πολλά χρόνια βασανιζόμουν μέσα μου με το θέμα του θανάτου και νόμιζα ότι φοβόμουν τον ίδιο το θάνατο. Διαπίστωσα, όμως, ότι το πρόβλημά μου ήταν η ζωή και όχι το τέλος της. Και τελικά βρέθηκα με αυτό το νέο ερώτημα να διέπει τις σκέψεις μου, την καθημερινότητα μου, την ύπαρξή μου εν γένει. Πως ζει κανείς τη ζωή του με τέτοιο τρόπο που να κοιτά πίσω και να νιώθει γεμάτος;
Αθηνά, στο “για σένα άλλαξα Θεό” παίζουν δύο ηθοποιοί όπου στη ουσία σε όλη τη διάρκεια του video clip δε βγάζουν άχνα. Γιατί εμείς οι άνθρωποι όμως θέλουμε συνέχεια να ακούμε πως μας αγαπάνε;
Α.Μ: Αν το δούμε καθαρά με βάση της λογικής μάλλον αυτό πηγάζει από ένα ξεχειλισμένο εγωισμό και μια ανασφάλεια που έχουμε σαν «είδος». Φοβόμαστε την μοναξιά, την απόρριψη των άλλων, το γεγονός ότι μπορεί και να μην είμαστε μέρος μιας ομάδας. Ο Ταρκόφσκι σε μια συνέντευξη του όταν ερωτήθηκε πότε ήταν η τελευταία φορά που έκλαψε απάντησε «όταν πέθανε η μητέρα μου ένιωσα πολύ μόνος. Είχα χάσει τον πιο κοντινό μου άνθρωπο έστω κι αν ζούσαμε χώρια. Την τελευταία φορά που έκλαψα ήταν όταν πέθανε. Όχι από πόνο ή λύπη για το θάνατο της. Εξάλλου ήταν άρρωστη από καιρό και θα έπρεπε να χαρώ που ο θάνατος την απάλλαξε από τα βάσανα της. Όχι. Έκλαψα από εγωισμό. Επειδή ένιωθα μόνος. Ήταν δάκρυα εγωισμού.»
Ωστόσο αυτό συμβαίνει και για έναν άλλο λόγο. Γιατί η σχέση με τον άλλον άνθρωπο είναι επικοινωνία και αγάπη. Και αυτό είναι η νοηματοδότηση της ζωής.
Μιας και όλοι ζείτε και δραστηριοποιείστε στην Αθήνα. Τι σου αρέσει από αυτή την πόλη;
Ε.Λ: Μου αρέσει πολύ η Αθήνα, γιατί είναι μία πόλη που ποτέ δεν κοιμάται. Υπάρχουν παντού μαγαζάκια, μπαράκια και κόσμος να κυκλοφορεί. Τουλάχιστον, στο μεγαλύτερο μέρος της. Και παρόλο που είναι γκρίζα και φωνακλάδικη, έχει ένα δικό της χαρακτήρα που μου είναι πολύ ελκυστικός. Μου αρέσει ιδιαίτερα να περπατάω στο κέντρο και στους πεζόδρομους από Ακρόπολη μέχρι το Γκάζι. Αυτά τα σημεία ειδικά έχουν κάτι το μοναδικό.
Τι δεν σου αρέσει από την Αθήνα; Που έχουν πάει όλα τα χρώματα Σαβίνα;
Σ.Λ: Δεν μου αρέσει το ότι η πόλη είναι βρώμικη, απεριποίητη και ακαλαίσθητη. Οι άνθρωποι πλέον περπατούν κλεισμένοι στον εαυτό τους χωρίς να υπολογίζουν τον συνάνθρωπο. Όλοι βιάζονται να φτάσουν στον προορισμό τους και κανένας δεν φαίνεται να έχει φιλοσοφήσει τη ζωή. Η πόλη πλέον είναι απάνθρωπη, απρόσωπη και σκληρή. Κάποτε ακόμα και αυτό έχει μια γοητεία, αλλά πάλι δεν σταματά να με απογοητεύει αυτή η αδιαφορία και η παθητικότητα των Αθηναίων, που αντανακλάται παντού στους δρόμους και στα άδεια βλέμματα…
Υπάρχει χώρος και χρόνος στα σημερινά όνειρα;
Ε.Λ: Νομίζω ότι χώρος και χρόνος για όνειρα δεν υπήρξε ποτέ ιδιαίτερα. Μπορεί οι εποχές να ήταν άλλοτε ευνοϊκές και άλλοτε όχι, όπως συμβαίνει και σήμερα. Θεωρώ όμως ότι τον χώρο και τον χρόνο να ονειρεύεσαι, τον φτιάχνεις μόνος σου. Μπορεί αυτή η εποχή να μην χωράει τα όνειρά μας αλλά η απαίτηση η δική μας, η προσπάθειά μας να σπρώξουμε και να βρούμε λίγο χώρο είναι αυτή που θα τον δημιουργήσει. Μάλιστα ο χώρος αυτός θα είναι πιο σταθερός και δύσκολα θα υποχωρήσει, γιατί θα έχει κερδηθεί με κόπο και έτσι θα έχει πιο πολύ αξία.
Ποια είναι άραγε για εσάς η “άκρη της κλωστής”;
Σ.Λ: Η άκρη της κλωστής είναι εκείνη η στιγμή ή στιγμές στη ζωή μας, όταν νιώθουμε ότι έχει έρθει η ώρα για μια τομή, μια ριζική αλλαγή. Το ίδιο και σε συλλογικό επίπεδο. Η άκρη της κλωστής είναι ίσως το τέλος μιας διαδρομής που μπορεί πολλές φορές να βγάζει στο κενό. Μπορεί όμως να μας βγάλει σε έναν άλλο κόσμο, ονειρικό και ιδανικό, όπως ακριβώς θα έπρεπε να είναι η κοινωνία μας. Συνεπώς, γιατί να μην πούμε ότι αυτή η άκρη της κλωστής είναι μια τελευταία ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, το χέρι που μας κρατά ζωντανούς και συνάμα ο γκρεμός από τον οποίο πρέπει να πέσουμε για να βγάλουμε φτερά;