Περίπτωση Αναστασία Χατζηπέτρου
Θα πρέπει να καταλάβεις αγαπητέ αναγνώστη πως κανένας δεν είναι άμοιρος των ευθυνών του και είναι τουλάχιστον συνυπεύθυνος ως καταναλωτής των διάφορων πιάτων που επέλεξε να του σερβίρει η ζωή. Πόσο μάλλον, όταν η ζωή είναι ένα εστιατόριο με ένα τουλάχιστον αστεράκι Μισελέν και όχι καμιά καντίνα στη Σόλωνος ξημερώματα Σαββάτου.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για το δήθεν μποέμ κορίτσι. Εδώ η αλήθεια είναι πως η προσωπική μου ζωή (ναι έχω τέτοια, μη με κοιτάς παράξενα) βρίθει από παραδείγματα τέτοιων κοριτσιών. Στην αρχή και μέχρι κάποια ηλικία φαντάζουν συμπαθέστατα και πιθανότατα μπορούν να σε γοητεύσουν όσο κανένα άλλο κορίτσι, να σε πληγώσουν και να σου μείνουν για πάντα χαραγμένα στη μνήμη.
Ας πιάσουμε όμως και εδώ το κουβάρι μιας τέτοιας ζωής και να δούμε που διάολο στράβωσε το πράγμα. Είσαι λοιπόν η Αναστασία Χατζηπέτρου, γεννιέσαι και μεγαλώνεις μέσα στην κυψέλη μιας μεγαλοαστικής οικογένειας. Πιο πρόσφορο το έδαφος για τέτοια κορίτσια τα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά δεν αποκλείεται πια και η έκπληξη της επαρχίας. Πηγαίνεις σχολείο (αν υπάρχει ιδιωτικό, τότε φυσικά ιδιωτικό), συνήθως με γαλλικά και πιάνο ή γερμανικά και βιολί ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων (τα αγγλικά εννοούνται).
Γονείς με μόρφωση πανεπιστημιακού επιπέδου που θέλουν από νωρίς να περάσουν στο παιδί τους όλη τη γνώση τους, αλλά και τα απωθημένα τους για όσα δεν κατάφεραν οι ίδιοι. Έτσι, οι εμπειρίες των θεάτρων και των ταξιδιών στο εξωτερικό από τη μία, αντισταθμίζονται και ξεπληρώνονται από πλήρη υπακοή και απαράβατο προγραμματισμό από την άλλη. Αν το οικογενειακό κλίμα είναι καλό, κάποια στιγμή παίρνεις ένα κατοικίδιο για να μάθεις να είσαι υπεύθυνη, αν όχι μαθαίνεις να αντιμετωπίζεις το χωρισμό των δικών σου, παρέα με το ψυχολόγο και ένα κατοικίδιο για να σε βοηθήσει να ξεπεράσεις το τραγικό γεγονός. Σε μια τέτοια περίπτωση αυξάνεται πιθανότατα το ήδη μεγάλο χαρτζιλίκι σου.
Είσαι ήδη στην εφηβεία. Τα αγόρια του σχολείου σου μοιάζουν χαζά και ανώριμα. Τα ενδιαφέροντά τους σου φαίνονται ακατανόητα και οι μόνες σου φίλες είναι 2-3 κοπέλες με τις οποίες μοιράζεστε τις ίδιες ανησυχίες και πιθανότατα και το ίδιο στυλ. Οι υπόλοιπες σου φαίνονται είτε φυτά χαμένα στα βιβλία (σχολικά), είτε περιμένουν να βρουν τον πρίγκιπα του παραμυθιού μέσα από τις σελίδες ενός μυθιστορήματος ή μιας οθόνης, ή απλά χαζοβιόλες, τσουλάκια που θέλουν μόνο να περάσουν καλά. Εσύ δεν είσαι τίποτα από όλα αυτά. Η μάλλον μπορείς να είσαι όλα, ανά πάσα στιγμή. Τις κοιτάς αφ’ υψηλού. Εσύ ξέρεις ή νομίζεις πως ξέρεις τα πάντα.
Συνάπτεις σχέση με κάποιον αρκετά μεγαλύτερο μόνο και μόνο για να το πουλήσεις σαν κατόρθωμα στην παρέα. Τον ερωτεύεσαι, σε πληγώνει ή τον πληγώνεις. Αλλά έχεις στόχους. Έρχεται το πανεπιστήμιο. Κάποια σχολή με κύρος φυσικά, δικιά σου επιλογή, φρόντισαν οι καλύτεροι ιδιωτικοί καθηγητές για την άνεση της επιλογής σου (ε και τα αντικαταθλιπτικά, ανάκατα με ενεργειακά ποτά, που έπαιρνες τα βράδια). Θες να δεις από κοντά την εμπειρία του ελληνικού πανεπιστημίου. Δείχνεις μεγαλύτερη, μιλάς με μια άλλη γλώσσα που θα κομπλάρει τον πρώτο καημένο. Συνεχίζεις και κάνεις παρέα με μεγαλύτερους ανθρώπους και προσποιείσαι πως ξέρεις πράγματα χωρίς απαραίτητα να τα ξέρεις, μεγάλο ταλέντο. Σε γοητεύει κάποια φάση η ελευθεριακή ιδεολογία, βρίζεις τους άλλους «μικροαστούληδες» ενώ εσύ μπορείς να κάνεις αναλήψεις χωρίς όριο από την πιστωτική σου κάρτα την οποία πληρώνει ο μπαμπάς. Δουλεύεις κάποια στιγμή είναι η αλήθεια, για την εμπειρία, χωρίς να το έχεις πραγματικά ανάγκη. Από το στόμα σου βγαίνουν φράσεις όπως «αυτό τον καιρό ασχολούμαι με το χορό και την αναρχία» και «αυτή την περίοδο ζω χίπικα». Ναι, τα έχεις πει και τα 2, δεν έχω τόσο νοσηρή φαντασία. Μακάρι να είχα.
Όποτε χρειάζεται, επιστρατεύεις μια παιδική αφέλεια, ενώ όταν βλέπεις πως μπορείς σε κάποια περίπτωση να νικήσεις, δεν αρκείσαι σε αυτό αλλά κατατροπώνεις ξεδιάντροπα τον αντίπαλο. Τις σπουδές τις τελειώνεις με ένα ή δύο χρόνια καθυστέρηση, ενώ παράλληλα έχεις ανακαλύψει τα «μαλακά», το ελεύθερο κάμπινγκ και τα κοκτέηλ των 6ε σε πλαστικό σε μπαράκι του κέντρου. Παράλληλα κάθε χειμώνα ταξιδεύεις στο εξωτερικό και όταν έχεις τα «κάτω» σου κάνεις σόπινγκ θέραπι, γιατί στην τελική, δικά σου λόγια «γυναίκα είσαι». Βαριέσαι και σκέφτεσαι πως είναι καιρός να κάνεις εκείνο το μεταπτυχιακό οπότε φεύγεις για έξω. Προτιμάς Αγγλία, αλλά και το Βερολίνο η Βαρκελώνη ή το Άμστερνταμ δε σε χαλάνε. Περνάνε 3 χρόνια. Δύο το μεταπτυχιακό, ένα η πρακτική. Επιστρέφεις πίσω γιατί δε θες να ζήσεις έξω. Η ανεργία είναι στο 50% για ανθρώπους της ηλικίας σου. Ζορίζεσαι στο ψάξιμο και οι οικογενειακές διασυνδέσεις δεν αποδεικνύονται και τόσο ισχυρές, μιας και δεν μπορείς να βρεις τη δουλειά των ονείρων σου. Συνεχίζεις να βγαίνεις, να περνάς καλά και να ξανανακαλύπτεις την Αθήνα. Είσαι φιλελεύθερη, αλλά μπορεί να ψηφίζεις και κάποιο αριστερό κόμμα γιατί θες να νιώθεις πρωτοπορία. Κάνεις μια σοβαρή σχέση και πάτε διακοπές. Ενώ αράζετε στις ξαπλώστρες σας και περιμένετε τα δεύτερα κοκτέηλ διαβάζοντας τις κυριακάτικες εφημερίδες και ανεβάζοντας φωτογραφίες στο Instagram εκτυλίσσεται ο εξής διάλογος:
- Αχ, ποιός ξέρει τι μας περιμένει από Σεπτέμβριο, νέα μέτρα και περικοπές..
Καμία απάντηση. Συνεχίζει:
- Πάμε το βράδυ Παντελίδη, έρχεται στο Volcano Lounge Beach Bar. Έτσι μωρέ, για πλάκα, να τα κάνουμε όλα πουτάνα. Να φορέσω και κείνα τα σκουλαρίκια “resist” που πήρα από το φιλανθρωπικό Bazaar της Get a life, Voice. Πλάκα θα χει..
- Καλά, ας πάμε, αλλά μην ξεχνάς ότι πρέπει και να περάσουμε από την Τζένη, σήμερα είναι τα εγκαίνια του installation της με τίτλο «Αληθινή κρίση, ψηφιακός κόσμος. Καπιταλισμός».
Το Σεπτέμβρη γυρνάς Αθήνα ανανεωμένη. Έχεις πάρει αποφάσεις. Ζητάς δάνειο από τον πατέρα σου, όχι κάτι τραγικό γύρω στα 100.000. Αποφασίζεις να μετοικήσεις στην επαρχία μέσα στην επόμενη διετία ( φώναζέ με Μύκονο) και να ανοίξεις τη δικιά σου επιχείρηση. Χειροποίητες κατασκευές (δε πήγαν στράφι 3 μήνες γαμήσια με κείνον τον Ολλανδό), ευφάνταστες δημιουργίες ( να είναι καλά το ιντερνέτ). Οι δημιουργίες στην πραγματικότητα αγοράζονταν μόνο από τον ευρύ είναι αλήθεια, κύκλο σου, πράγμα που σε συντηρούσε άνετα αλλά δημιουργούσε και το σχετικό ντόρο μιας και είναι εύκολο να μαντέψει κανείς το είδος του συγκεκριμένου κοσμικού κύκλου. Μια γνωστή συγγραφέας σου παίρνει συνέντευξη και πεθαίνει μόλις αυτή δημοσιεύεται. Η συγκυρία σε κάνει σταρ, απογειώνεσαι. Κερδίζεις 2-3 χρόνια φοβερής δημοσιότητας. Στο μεταξύ παντρεύεσαι. Δε θες να κάνεις παιδί ακόμα γιατί θα χαλάσεις το κορμί σου. Το συζητάς σιγά σιγά για υιοθεσία ή για παρένθετη μητέρα. Περιφρονείς τους όλο και περισσότερους φτωχούς που βλέπεις καθημερινά, άλλωστε συμμετέχεις σε τόσα φιλανθρωπικά γκαλά, είναι ανάγκη να τους τρως και στη μάπα; Δε σου περνάει από το μυαλό πως θα μπορούσες να είσαι ένας από αυτούς. Δεν έχεις υπηρέτες και ανησυχείς για τις καταθέσεις σου. Αυτό στην παρέα σου το ονομάζετε ζόρι.
Μετά από κανέναν χρόνο μαθαίνεις πως ο άντρας σου (άλλος μαλάκας κι αυτός που απλά έτυχε να μην ασχοληθώ μαζί του), σε κερατώνει με μια 20άρα. Σου λέει πως είσαι βαρετή και πως θα σε χωρίσει. Τρελαίνεσαι, νιώθεις να καταρρέεις. Μέσα στην απελπισία σου (τόσο ρηχή), κάνεις ψεύτικη απόπειρα αυτοκτονίας. Είσαι τόσο ηλίθια που παίρνεις υπερβολικά πολλά χάπια, το ασθενοφόρο αργεί και πεθαίνεις.
Είσαι 1.200 λέξεις. Κάτι παραπάνω από μια φωτογραφία. Είσαι ξανά στο σχολείο. Είσαι μια έκθεση. Ένα άλλο κορίτσι με μια τελείως διαφορετική πορεία από σένα, με παραπάνω λέξεις στην ιστορία της, πάει τουαλέτα. Σε παίρνει μαζί της. Κατουράει, σκουπίζεται απ’ το χαρτί που είναι όλη σου η ιστορία και σε πετάει στα σκουπίδια. Είσαι νεκρή. Είναι ευτυχισμένη. Καμία τύψη, είχες άπειρες ευκαιρίες.
_
Ο τροχός της τύχης
Δημήτρης Γκιούλος
Χαραμάδα, Απρίλιος 2015
88 σελ.
ISBN 978-960-9540-23-0