ΣΤΙΧΟΙ

Σκούρο γκρι

Ζαμπέτα ακούγαμε μαζί, στου Βύρωνα τις σκάλες και βλέπαμε τις κάντιλακ να τρέχουν σα σκιές ονείρατα και έρωτες δύο μικρές ψιχάλες σε ένα καιρό νεροποντής που γέρνει τις συκές [R] Φωνές απ’ το διάδρομο, μιλάει μια τσαγιέρα το τσάι είναι

Ο ποδηλάτης

Όλες οι βόλτες σ’ ήτανε μονόδρομες πορείες σε μια συνήθεια έχτισες ολόκληρες στιγμές κι ο λογισμός σου άρχισε να πλέκει ιστορίες πως θα μπορέσεις να κρυφτείς, στου χρόνου τις ρωγμές. Τα βράδια είχες ξεναγό φεγγάρια λυπημένα αυτά σου δείχναν διαδρομή,

Ροντέο

Οι έρωτες τρέχουν σαν άλογα δίχως τα γκέμια και εμείς προχωράμε κοιτώντας το χρώμα της χαίτης οι έρωτες φεύγουν, Σεπτέμβρη καιρό στα μελτέμια χωρίς να θυμούνται ποιος είναι στα αλήθεια δραπέτης Το κλάμα του ονείρου χαράζει τα μέσα μας βράχια