Don’t cry for me…

Αν η ζωή σου έχει μια άγρια ομορφιά, αν η ζωή σου έχει μπολιαστεί με τύχη, κι αν η ζωή σου μοιάζει με ένα ανεπιτήδευτο παιχνίδι, τότε είσαι σε έναν πολύ καλό δρόμο. Αν δεν έχεις τίποτα από όλα αυτά, τότε μπορείς να βγεις έξω με κοντομάνικο και σορτσάκι, Δεκέμβρη μήνα, μήπως, καταλάβεις πως είναι να χτυπάει έντονα η καρδιά σου, μήπως, έτσι αισθανθείς ζωντανός. Γυρνώντας στο σπίτι θα έχεις γευτεί κάτι από την πρώτη πρόταση. Εξάλλου, η ζωή δίνει στους ικανούς κι όχι σε αυτούς που έχουν ανάγκη. Συνεπώς, μπορείς να διαλέξεις σε ποια παράταξη θα είσαι. Απλά, η πρώτη κατηγορία έχει μια αλητεία και μια γοητεία παραπάνω. Τόση γοητεία που όλοι οι καλικάντζαροι και ο γέρος με το μούσι μπορούν να υποκλιθούν στις πράξεις σου.

 

Μια τέτοια κουβέντα είχε και ο Πάνος με την παρέα του, όντας καθισμένοι σε ένα bar στον Υμηττό. Κουβέντιαζαν και συνωμοτούσαν πως το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να ξεφύγεις από τα όρια σου, από τη ζώνη ασφαλείας και να βρεθείς σε απάτητα μονοπάτια. Ο αυθορμητισμός αυτός κάπου θα σε βγάλει. Και τον έβγαλε, στην παρέα της Δέσποινας, που εκείνη τον κοίταζε όλο το βράδυ. Αυτός πήγε και κάθισε στο διπλανό τραπέζι σαν να γνωριζόντουσαν από χρόνια. Συστήθηκε με όλες τις φίλες της και τελευταία άφησε εκείνη. Χαμογελάσανε και ανταλλάξανε ονόματα, είπαν ακόμη δυο λόγια και μετά εκείνος έκανε νεύμα στους τρεις φίλους του πως δε θα λιποθυμήσει σήμερα από το άγχος. Μετά από λίγο σηκώθηκε και ξανά γύρισε στη δικιά του παρέα. Όμως, με ένα λάφυρο, τους δέκα μαγικούς αριθμούς από το τηλέφωνο της Δέσποινας.

 

Την άλλη μέρα της τηλεφώνησε και κάπως έτσι το πρώτο τους ραντεβού ήταν γεγονός. Στο πρώτο ραντεβού περάσανε υπερβολικά καλά, γελούσαν όλη την ώρα και φαινόταν να έχουν απίστευτη χημεία. Τα ωραία πράγματα όμως τελειώνουν γρήγορα, ο χρόνος είχε περάσει τόσο σύντομα. Εκείνος είχε ερωτευτεί τα πάντα πάνω της, την έκφρασή της, τη φωνή της, ακόμη και τις δυο-τρεις άσπρες τρίχες που ξεπρόβαλαν από τα καλοχτενισμένα κοντά μαλλιά της. Η ώρα ήταν 22:22, η ίδια ώρα όταν ο Πάνος είχε κάνει αναπάντητη στην Δέσποινα, για να ξέρει τον αριθμό του. Εκείνος της πρότεινε να ξανασυναντηθούν και αύριο, την ίδια ώρα· δέχτηκε. Μιας και ξέρανε ήδη το επόμενο ραντεβού πότε θα είναι, αποχαιρετιστήκανε κάπως σύντομα και απότομα.

 

Η Δέσποινα όμως δεν εμφανίστηκε ποτέ, ούτε και απάντησε στα απανωτά τηλεφωνήματα του Πάνου. Εκείνος έχασε τα ίχνη της, την έψαξε στα κοινωνικά δίκτυα, στο Internet, αλλά όπως του είχε εκμυστηρευτεί δεν είχε κανένα, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν ήξερε ούτε το επίθετό της. Αποφάσισε να περάσει από τα δύο μαγαζιά όπου είχαν συναντηθεί και τα δύο βρισκόντουσαν στον Υμηττό. Ευτυχώς στο πρώτο ραντεβού βγάλανε μία selfie μαζί, οπότε το έργο του ήταν πιο εύκολο γιατί θα έδειχνε τη φωτογραφία. Ούτε όμως οι υπάλληλοι, ούτε κι οι μαγαζάτορες ξέρανε κάτι, όλοι συμφώνησαν πως η ομορφιά της, τα τατουάζ, τα καρέ μαλλιά είναι κάτι που ξεχωρίζουν, αλλά δεν τους θύμιζε κάτι η εικόνα. Άρχισε να ξανασκέφτεται όσα ειπώθηκαν στη συζήτηση τους. Εκείνη δεν έκανε καμία αναφορά για το που μένει, ούτε για το που δουλεύει, ούτε κάτι άλλο σχετικό που να φανερώνει τόπο.

 

Περάσανε δύο ανεκμετάλλευτες μέρες και εκείνος δεν είχε τίποτα απολύτως ως δεδομένο. Αποφάσισε να πάρει τους δρόμους και να περιπλανηθεί στα κεντρικά σημεία του Υμηττού και των τριγύρω δήμων. Σκέφτηκε πως ίσως θα κάνει ψώνια αυτές τις χριστουγεννιάτικες μέρες και ίσως την συναντήσει τυχαία. Η πράξη του αυτή δεν του απέφερε τίποτα, πέρα από μερικούς κάλους στα πόδια από το υπερβολικό περπάτημα. Ήταν όμως αποφασισμένος, ο κόσμος να χαλάσει, ήθελε να τη βρει. Μετά από λίγη σκέψη κατευθύνθηκε προς το αστυνομικό τμήμα, ήθελε να δηλώσει απώλεια, με μερικές διαφημίσεις στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο θα την έβρισκε σίγουρα! Όμως δείλιασε, θα ανησυχούσαν οι δικοί της και αυτό δε θα βοήθαγε την κατάσταση.

 

Πέρασε ακόμα μια βδομάδα και το κινητό του δε χτύπησε, παρά μόνο από διαφημιστικές εταιρίες ρεύματος. Τη μέρα των Χριστουγέννων οι φίλοι του ήταν προσκεκλημένοι σε ένα φιλικό σπίτι. Ακόμα, θα κάνανε τη γιορτή μιας κοπέλας και έτσι η βραδιά θα εξελισσόταν ή πάρτι ή σε μάζωξη, ανάλογα με το κέφι της παρέας. Οι φίλοι του τον κάλεσαν, μιας και δεν ήθελαν να τον βλέπουν άλλο στεναχωρημένο, εκείνος αρνήθηκε ευγενικά, αλλά εκείνοι επέμειναν, μέχρι που να δεχτεί. Το πάρτι θα γινόταν πού αλλού, σε ένα σπίτι στον Υμηττό. Τελικά, η νύχτα εξελίχθηκε σε συγκέντρωση, παρά σε χριστουγεννιάτικο εορταστικό πάρτι. Η μουσική ήταν υποτονική, το φαγητό μέτριο και οι παρέες ασύνδετες. Η όλη ατμόσφαιρα έκανε τον Πάνο να θέλει να φύγει νωρίς, κοίταξε την ώρα στο κινητό του, αλλά είδε στο φόντο την selfie· στεναχωρήθηκε περισσότερο, αλλά εκείνη ακριβώς τη στιγμή του γεννήθηκε μια ιδέα! Να αρχίσει να ρωτάει όλους τους παρευρισκόμενους αν ξέρουν το κορίτσι. Εν τέλει, η τελευταία παρέα κοριτσιών ισχυριζόταν πως την ξέρει και πως έμενε παλιά στη γειτονιά. Ο Πάνος καταχάρηκε και ήθελε να μάθει περισσότερες πληροφορίες. Εκείνες όμως ήταν πολύ επιφυλακτικές και μίλαγαν πολύ γενικά και αόριστα. Τελικά, κατάλαβαν πως εκείνος τη γουστάρει τρελά και αυτές του αποκάλυψαν το μέρος ή μάλλον τη χώρα που βρίσκεται η Δέσποινα. Αργεντινή.

 

Άρχισε να κλαίει, έτσι ασυναίσθητα και στο βάθος ακουγόταν το Don’t cry for me Argentina… Στο άκουσμα της χώρας ήταν σαν να τελείωσε για εκείνον η αναζήτηση. Του κόπηκαν τα πόδια. Ο ουρανός είχε ήδη σκοτεινιάσει, οπότε δε γινόταν πιο σκοτεινός κι η ώρα ήταν 22:22. Με κομμένα τώρα τα πόδια και τα “φτερά” κατευθύνθηκε προς το μπαρ, είχε ανάγκη για ποτό. Αφού το ήπιε μονορούφι, ξανά πήγε στην παρέα τον κοριτσιών, και ψέλλισε, αν υπήρχε περίπτωση να έχουν τη διεύθυνσή της… Πράγματι, η μία κοπέλα είχε βγει πρόσφατα με την Δέσποινα και της είχε δείξει που θα μένει, άρα ήταν στο ιστορικό του Google Maps στο κινητό της. Ύστερα, έβγαλε το κινητό του και αναζήτησε την κατοικία της. Άλλη ήπειρος, άλλος ωκεανός, δώδεκα ώρες μακριά από το Μπουένος Άιρες και κίνηση μέχρι το Ελευθέριος Βενιζέλος, ψιλοπράγματα. Όταν άρχισε να συνέρχεται είχε δύο σκέψεις. Πρώτον, αν υπήρχε κάποιο πιο μακρινό μέρος για να μένει, και δεύτερον, πώς θα πάει εκεί. Πήγε προς τους φίλους του, τους τα είπε όλα· αυτοί άρχισαν να τον πειράζουν και να γελάνε, αλλά μετά από λίγο συμφώνησαν ομόφωνα πως θα μοιραστούν τα έξοδα δια τέσσερα! Εκείνο κιόλας το βράδυ ο Πάνος είχε κλείσει τα εισιτήρια.

 

Μετά από τρεις μέρες ταξίδι, μιας και πήρε οικονομική θέση είχε φτάσει στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Ύστερα, θα έπαιρνε το τρένο που κάνει περίπου δεκαπέντε ώρες για την πόλη της Δέσποινας. Με πρόχειρους υπολογισμούς, από τη στιγμή που έκλεισε την πόρτα του σπιτιού του και μέχρι να φτάσει ως στο σπίτι της Δέσποινας έκανε τέσσερις ολόκληρες μέρες! Όμως το αίσθημα της ικανοποίησης όταν είχε φτάσει, δεν περιγράφεται με λόγια. Το άλλο καλό ήταν πως θα βίωνε Πρωτοχρονιά με καύσωνα, μιας και εκεί είχε 40ο βαθμούς Κελσίου. Το πρώτο πράγμα που έκανε όταν είχε φτάσει, ήταν να δει αν το κουδούνι γράφει το ονοματεπώνυμο της. Όντως, τα στοιχεία ήταν σωστά. Ωστόσο, έλεγε και άλλο ένα όνομα. Ένα γυναικείο όνομα. Ή συγκάτοικος ή σύντροφος, σκέφτηκε. Ευχόταν το πρώτο.

 

Μαζί του είχε κουβαλήσει και πολύχρωμα φωτάκια. Αμέσως άρχισε να σκαρφαλώνει πάνω σε ένα δέντρο και να περνάει με μεγάλη ακρίβεια τα λαμπάκια, έτσι ώστε το δέντρο να είναι όμορφα στολισμένο. Στην κορυφή έβαλε ένα μεγάλο αστέρι –μην με ρωτάτε πως τα κατάφερε, μπόρεσε και το έκανε, εδώ έκανε δρομολόγιο πλατεία Υμηττού – Αργεντινή! Μετά από λίγη ώρα νύχτωσε. Έκατσε στα σκαλιά της πολυκατοικίας και άρχισε να φαντάζεται πως η Δέσποινα μένει εδώ και πως πηγαίνει κάθε πρωί στη δουλειά της, πως βγαίνει τα βράδια με τις φίλες της και πως κάθε φορά που περνάει από αυτήν την πόρτα αφήνει και το άρωμά της… Τότε του ήρθε η ανάμνηση από το άρωμά της, και σε συνδυασμό με την κούραση αποκοιμήθηκε. Όταν άνοιξε τα μάτια του είδε το όμορφο πρόσωπο της Δέσποινας. Ξύπνησε αμέσως και έκανε να την αγκαλιάσει. Εκείνη ήταν σαν να την είχε χτυπήσει κεραυνός. Ίσως κι ο κεραυνός του έρωτα.. Ύστερα, τον μάζεψε από κάτω και τον πήγε στο σπίτι. Εκείνος της εξήγησε πως είχαν τα πράγματα όλες αυτές τις μέρες και πόσο πολύ ήθελε να τη δει. Η Δέσποινα ήταν με το στόμα ανοιχτό με τις θυσίες που είχε κάνει για εκείνη. Μετά του γνώρισε την Ισπανίδα φοιτήτρια συγκάτοικό της και μετά του ετοίμασε κάτι να φάει.

 

Ο Πάνος έκανε μπάνιο και ύστερα βρέθηκαν στο κρεβάτι. Εκείνος τυλιγμένος με μια πετσέτα και εκείνη με τα εσώρουχα. Τα δυο κορμιά ήθελαν τόσο πολύ να κάνουν sex που λειτουργούσαν στον αυτόματο πιλότο. Τόσο άνετες και αρμονικές κινήσεις ακόμα και οι αναστεναγμοί μοιάζανε με συγχορδία του Μπετόβεν. Από την ανυπομονησία τους δεν είχαν κλείσει ούτε την πόρτα, έτσι η Ισπανίδα τους άκουγε και τους κοίταζε ελεύθερα. Κάνανε αργό και αισθησιακό sex –πάντα με προφυλάξεις, αλλά μερικές στιγμές ήταν άγριες και παθιασμένες. Ένας Άγιος Βασίλης που βρισκόταν στο κομοδίνο, τώρα βρισκόταν στο πάτωμα, αλλά παρ’ όλα αυτά τους έπαιρνε μάτι. Το sex συνεχιζόταν σε διάφορες στάσεις και ο ιδρώτας έδινε μια άλλη αίσθηση. Μόνο η Ισπανίδα τελείωσε τρεις φορές… φανταστείτε η Δέσποινα… Ο Πάνος πάλι ήταν τόσο εξαντλημένος από το ταξίδι που δεν τελείωνε και αυτό βοήθαγε στο γαμήσι. Τελικά, έβγαλε μια δεξαμενή από σπέρμα πάνω στο στήθος της Δέσποινας και κάπως έτσι αποκοιμήθηκαν.

 

Την επόμενη μέρα όπου ήταν και παραμονή πρωτοχρονιάς η Δέσποινα ξύπνησε πολύ υγρή. Αμέσως κατέβασε το string της και άρχισε να τρίβετε. Ύστερα χάιδευε τον πούτσο του Πάνου που από την πολύ κούραση δε ξύπναγε· εκείνος δεν ξύπναγε, γιατί ο πούτσος του ήταν όρθιος. Έβαλε το string της πάνω στο πέος του και με το άλλο χέρι συνέχισε να βάζει δάχτυλο και ολοένα πιο μέσα. Ήθελε να φωνάξει τόσο δυνατά, αλλά κρατιόταν. Συνέχισε να κάνει τη διαδικασία αυτή και πιο αργά για να το απολαύσει. Ο Πάνος συνέχισε να μην νιώθει, είναι αυτό που λέμε «εσύ κοιμάσαι και η τύχη σου δουλεύει». Μετά από λίγα λεπτά η Δέσποινα τελείωσε πολύ όμορφα και εκείνη ακριβώς τη στιγμή ένιωσε στα χέρια της καυτό υγρό. Τα χύσια του Πάνου βρισκόντουσαν τώρα στα δάχτυλά της, στο κρεβάτι και στο μικρό εσώρουχό της. Εκείνη πλησίασε, άρχισε να τα μυρίζει και μετά από λίγο, να τα γεύεται.

 

Το βράδυ θα κάνανε ένα μικρό ρεβεγιόν όλοι μαζί. Ακόμα θα γιορτάζανε και την επιστροφή της Ισπανίδας στη χώρα της, μιας και εκεί βρισκόταν λόγω του “Εράσμους”. Φάγανε, ήπιανε, χορέψανε και μετά άρχισαν όλοι να βγάζουν τα ρούχα τους. Η Δέσποινα ήταν απόλυτη σύμφωνη στο να κάνουν τρίο, έτσι κι αλλιώς η συγκάτοικος θα έφευγε από το σπίτι, αλλά και από τη χώρα. Ο Πάνος όχι απλά είχε φύγει από το comfort zone, αλλά είχε ξεφύγει κυριολεκτικά· άφησε τα πράγματα να εξελιχθούν, τα δάκρυα είχαν αντικατασταθεί από τα υγρά των σωμάτων και το ένα καλύτερο sex διαδεχόταν το άλλο. Τώρα έμοιαζε με Λατίνο εραστή που κανονίζει δύο κοπέλες… Η Δέσποινα δεν μπορούσε να φανταστεί καλύτερο χριστουγεννιάτικο δώρο, το ίδιο και ο Πάνος, το ίδιο κι η Ισπανίδα, το ίδιο κι ο Άγιος Βασίλης που του είχαν βγει τα μάτια απ’ όσα έβλεπε.

 

Το 2022 τους βρήκε όλους αγκαλιά.
Τον Πάνο με την Δέσποινα.
Την Ισπανίδα με τον Άγιο.