Τι κάνεις αν δεις την κοπέλα που ονειρεύεσαι από πάντα, αλλά εκείνη είναι με παρέα; Τι στα αλήθεια πράττεις αν δεις τον έρωτα της ζωής σου, αλλά οι συνθήκες δεν σου επιτρέπουν να την γνωρίσεις; Σε ένα τέτοιο δίλλημα έμπλεξε και ο Βασίλης, αλλά θα ήταν ένα από τα καλύτερα μπλεξίματα της ζωής του…
Οι παραλίες και ιδιαίτερα τα beach μπαρ, είναι ο καλύτερος τρόπος για να γνωρίσεις κόσμο. Οι ομπρέλες είναι κοντά, το μπαρ έχει συνέχεια κίνηση, το ποτό ρέει άφθονο (αλλά πάντα με μέτρο!), οι διαθέσεις είναι χαλαρές, όμως ο κοινός παρονομαστής σε όλα αυτά, είναι η θάλασσα. Με χίλιους τρόπους μπορείς να γνωρίσεις μια κοπέλα. Για παράδειγμα, κάνεις βουτιά από τη μία άκρη κρατώντας την αναπνοή σου και εντελώς ξαφνικά ξεπροβάλεις κοντά της, γελάς και περιμένεις να γελάσει. Αν δεν γελάσει, κάνεις πως πνίγεσαι και της λες να σου δώσει το φιλί της ζωής, πιάνει πάντα!
Ο Βασίλης είχε πάει στο beach μπαρ μόνος του, είχε πιει τρεις μπύρες και ένα κοκτέιλ, ίσα ίσα για να κάνει κεφάλι. Στην άλλη άκρη του μαγαζιού αντίκρυσε μια κοπέλα που ο Θεός ο ίδιος να κατέβαινε και να του έλεγε πως πρέπει να σε πάρω πάνω, θα του έλεγε, «ναι αμέ, αλλά πρώτα να γνωρίσω αυτήν την κοπέλα και μετά πάμε όπου θες…», ή θα Του μίλαγε στον πληθυντικό, αλλά εκείνη την ώρα δεν θα είχε καμία απολύτως σημασία… Εκείνη είχε φλογερά καστανά μάτια, ίσια μακριά μαλλιά, απίστευτο σώμα και γενικά ήταν το κάτι άλλο. Ήταν τόσο όμορφη που προσπαθούσε να μην την κοιτάζει γιατί μπορεί να ζαλιζόταν. Υπήρχε ένα μεγάλο αλλά, ήταν σε μια παρέα με άλλο ένα κορίτσι και δύο αγόρια.
Όταν η κοπέλα μπήκε για βουτιά, ο Βασίλης νόμιζε πως είχε ξεκινήσει ντοκιμαντέρ, έμοιαζε με υπέρλαμπρο ηλιοβασίλεμα που βουτάει στα καταγάλανα ελληνικά νερά. Σκέφτηκε πως αν μπορούσε να επιλέξει να είναι απλά το μαγιό της, αντί να πάει να της μιλήσει, οριακά θα διάλεγε να είναι το μαγιό της, να αγκαλιάζει όλα τα απόκρημνα σημεία της. Υπάρχει πάλι ένα μεγάλο αλλά, του άρεσε να παλεύει, να αγωνίζεται και να προσπαθεί για το καλύτερο, έστω κι αν οι πιθανότητες ήταν κατά του, μιας και εκείνη περιτριγυριζόταν από έναν γκομενοφύλακα με κοντά μαλλιά, γένια τριών ημερών και μικρούς ώμους. Κάπου σε ένα άρθρο, είχε διαβάσει, για μία τεχνική κάνοντας βουτιά από μακριά και ύστερα στέκεσαι δίπλα στην κοπέλα, αλλά με τον τύπο κολλημένο σαν βδέλλα πάνω της δεν θα πετύχαινε και πολύ…
Η αυτοπεποίθηση του Βασίλη ήταν μεγάλη, αλλά όχι τόσο μεγάλη έτσι ώστε να τρυπώσει σε μια παρέα τεσσάρων άσχετων ατόμων. Αυτό που σκέφτηκε και έκανε, ήταν να πάει κοντά τους, να καρφώνει με τα μάτια την κοπέλα έτσι ώστε να τον προσέξει, και επίσης, μήπως παρ’ ελπίδα ακούσει κάποιο πλάνο τους για το βράδυ. Οι δύο στόχοι του στέφθηκαν με επιτυχία, τα βλέμματά τους συναντήθηκαν και εκεί πάγωσε λίγο ο χρόνος, αλλά και μετά από λίγο εκείνη δυνάμωσε επίτηδες τη φωνή της για το μέρος που λέγανε πως θα πάνε το βράδυ. Το κόλπο έπιασε, οι καλές συγκυρίες συνεχίστηκαν για τον Βασίλη, μιας και το “ζευγάρι της Αγίας Παρασκευής” ναι μεν αγκαλιαζόταν, αλλά δεν είχε φιληθεί.
Η κίνηση του Βασίλη πλέον ήταν μονόδρομος. Με κάθε κόστος θα έπρεπε να πάει στο μαγαζί, αλλά και να μιλήσει στη θεάρα. Το να την βρει ήταν το μόνο εύκολο, ξεχώριζε μέσα στο πλήθος η απαστράπτουσα παρουσία της. Το κουβεντολόι και το χαλαρό αγκάλιασμα συνεχίστηκαν και στο μαγαζί. Πλέον, ήταν πεπεισμένος, δεν ήταν σε σχέση. Αφού τους κοίταζε πολύ ώρα, οι δύο κοπέλες κατευθύνθηκαν προς τις τουαλέτες. Εκείνος έπρεπε να δράσει, έπρεπε ή να πάει να σπάσει και τους δύο στο ξύλο… ή να επιχειρήσει να συναντήσει τις κοπέλες, το δεύτερο σενάριο του φάνηκε πιο εφικτό.
«Δε ξέρω τι θα γίνει, αλλά θέλω να σε γνωρίσω», τα λόγια του Βασίλη βγαίνανε καθαρά. Όταν θες κάτι τόσο πολύ δεν έχεις δεύτερες σκέψεις. Το κορίτσι έδειχνε στην αρχή να μην καταλαβαίνει, αλλά μετά θυμήθηκε πως ήταν εκείνος ο τύπος που την κοίταζε επίμονα στην παραλία, σχεδόν τον ξέχασε γιατί νόμισε πως δε θα το συνεχίσει. Εκείνη ψέλλισε πως σήμερα είναι πολύ δύσκολο γιατί είναι με παρέα. Ο Βασίλης όμως έδειχνε και ήταν αποφασισμένος, και αυτό ήταν κάτι που την ιντρίγκαρε, αλλά και την άναψε παράλληλα. «Αν σου κάνω σημάδι, έλα να με συναντήσεις στο πάρκινγκ». Ο Βασίλης συμφώνησε, γιατί βάση συνθηκών, ήταν μια πολύ πολύ καλή συμφωνία.
Το κορίτσι ήπιε στα γρήγορα δύο ποτά και μετά φίλησε στο στόμα τον βουτυρομπεμπέ που την φλέρταρε. Ύστερα κάτι του ψιθύρισε στο αυτί και τον οδήγησε στο πάρκινγκ, την ώρα που πηγαίναν έκανε σινιάλο στο Βασίλη να ξεκινήσει. Μπήκανε στο παρκαρισμένο αμάξι, το αγόρι στη θέση του οδηγού και εκείνη δίπλα, αυτό που του είχε ψιθυρίσει ήταν, «αν θες να πας μαζί μου, πρώτα θα με δεις να πηδιέμαι και μετά θα ικανοποιήσω εσένα». Εκείνος φοβόταν να μην την χάσει, και όταν το κάνεις αυτό, αναντίρρητα, λες σε όλα «ναι», κάτι όμως, που σε βάθος χρόνου θα σου γυρίσει μπούμερανγκ.
Εκείνη φορούσε ένα μικρό φόρεμα, κάπως έτσι έβγαλε εύκολα και απροκάλυπτα το εσώρουχό της και το πέταξε στο αμάξι, άρχισε να βάζει δάχτυλο στο αιδοίο της και να τον κοιτάει επίμονα, «ούτε που να το σκέφτεσαι να με αγγίξεις, επίσης δε θέλω να βγάλεις άχνα», αυτά ήταν τα λόγια της καθώς τριβόταν ολοένα και πιο πολύ και πιο βαθιά. Μέχρι να βρει ο Βασίλης το αμάξι εκείνη ήταν αρκετά υγρή. Φτάνοντας εκείνος ήταν επιφυλακτικός, αλλά είχε παίξει τόσο καλή μπάλα που ένιωθε σαν το Messi στο Bernabeu, δυνατός και ατρόμητος. Πήγε προφανώς από τη μεριά της κοπέλας και εκείνη με τη μία άρχισε να τον χαϊδεύει, να το χαϊδεύει πιο μέσα και να τον ξανάχαϊδεύει τόσο που να θέλει δύο χέρια για να του χαϊδεύει όλα τα σήμερα, μετά του ξεκούμπωσε το παντελόνι. Του έπαιρνε πίπα κοιτώντας τον τύπο στα αριστερά της. Για κάποιο λόγο όταν σου παίρνει πρώτη φορά πίπα μια κοπέλα μπαίνεις στη διαδικασία της σύγκρισης, αυτόματα, από το πρώτο δευτερόλεπτο, εκείνη το έκανε πολύ καλά. Ύστερα, ο Βασίλης είχε το θράσος να ζητήσει από τον τύπο προφυλακτικό, μιας και δεν κουβάλαγε πάνω του, εκείνος του έδωσε – αυτό θα πει αντρική αλληλεγγύη.
Έβγαλε την κοπέλα από το αυτοκίνητο και άρχισε να τη γαμάει εκεί, στα όρθια, στο πάρκινγκ του μαγαζιού και ο άλλος δίπλα να παίρνει μάτι. Ο Βασίλης με σταθερό και μεσαίο ρυθμό γάμαγε την κοπέλα και εκείνη το ευχαριστιόταν, αν μην τι άλλο πέρασε από σαράντα κύματα για να φτάσει εδώ, τώρα ήθελε να το απολαύσει. Μερικοί διερχόμενοι περνάγανε, αλλά ήταν κάπως προφυλαγμένοι, ίσα ίσα που η ιδέα να τους βλέπουν τους εξίταρε παραπάνω. Το sex ήταν πολύ παθιασμένο, μία στάση μόνο βέβαια, αλλά καλή. Λίγο πριν τελειώσει ο πρωταγωνιστής μας, η κοπέλα του έβγαλε το προφυλακτικό και του τον έπαιζε. Άρχισε να του πιάνει με δύναμη τις μπάλες και να τον κοιτάει στα μάτια. Εκείνος έρμαιο της φαντασίας της κοπέλας τελείωσε απλώνοντας τα χύσια του στο κρύο τσιμέντο. Μετά τον έστειλε χωρίς καν να τον αποχαιρετήσει – ήξερε πως εκείνος θα κάνει τα πάντα για να την βρει ξανά.
Ύστερα, ασχολήθηκε με τον φλώρο φίλο της, άρχισε να του τον πιάνει και να του τον πηγαίνει αριστερά δεξιά, σαν άλλος λεβιές από ταχύτητες αμαξιού. Ο πούτσος του ήταν ήδη καυλωμένος μιας και ήταν μύστης όλου αυτού του ακραίου σκηνικού, επιπλέον, την ποθούσε καιρό. Δεν πέρασε ούτε λεπτό και κατάλαβε από τις συσπάσεις πως θέλει να τελειώσει, εκείνη όμως ούτε κατά διάνοια δεν ήθελε να γευτεί τα χύσια του, αλλά ούτε και να λερώσει τα χέρια της. Έτσι, λοιπόν, έφυγε από το αμάξι και τον άφησε στα κρύα του λουτρού, πήρε βέβαια το βρακάκι της που ήταν κάτω, αλλά δεν το φόρεσε. Εκείνος βέβαια, κατευθύνθηκε προς την τουαλέτα μιας και ήθελε επειγόντως να τελειώσει. Κάπου εκεί συνάντησε μια ηλιοκαμένη Αγγλίδα που του έκανε, ό,τι δεν του έκανε η Ελληνίδα φίλη του.
Λίγος πολύ όλοι το απολαύσανε, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο… Το συμπέρασμα της ιστορίας μας είναι, πως η ζωή αγαπάει τους τολμηρούς, πως τα μάτια λένε πάντα την αλήθεια και πως η αγάπη και ο έρωτας οδηγούν τα σώματα στο πιο όμορφο ταξίδι. Μην αναλώνεστε σε χαζές σχέσεις, αγαπήστε εσάς, αγαπήστε τον άνθρωπο που ξέρετε πως είναι ο ένας, αγαπήστε τον με όλα τα καλά του, αλλά κυρίως με τα αρνητικά του. Μην ψάχνετε το τέλειο, όλοι έχουμε τέλειες αδυναμίες. Ερωτευτείτε, σε έναν κόσμο που ερωτεύεται το μίσος.
Αν αναρωτιέστε τι απέγιναν οι πρωταγωνιστές θα σας πως αμέσως, ο βουτυρομπεμπές μετακόμισε Μάντσεστερ για χάρη της τουρίστριας και ο Βασίλης με τη γοργόνα της παραλίας είναι μαζί για αρκετά καλοκαίρια, αλλά κυρίως για αρκετούς χειμώνες.
_
Photos: Rob Āboltiņš